Page 3 of 6

Re: Μεταξύ κατεργαρέων (Σόρμπι, Τσέκμειτ)

Posted: Thu 10 Aug, 2023 11:41 pm
by Checkmate
"Πάμε!"

Της έτεινε ευγενικά το χέρι και ξεκίνησαν να περπατούν κατά μήκος της μαρίνας προς τη βόρεια πύλη. Δίπλα ακριβώς από το φουραρχείο βρισκόταν το κτίριο της επαρχίας του λιμανιού και το γραφείο του επάρχου.

Το λιμάνι της πόλης είναι ένα δαιδαλώδες σύστημα θαλάσσιων καναλιών και μαρίνων το οποίο από ψηλά θύμιζε κάβουρα με τρεις κεντρικές μαρίνες και μία ντουζίνα μικρότερες. "Όπως ακριβώς αρμόζει σε μία πρωτεύουσα" τόνιζε καθώς εξιστορούσε στη Σόρμπι ιστορίες και διασκεδαστικά συμβάντα της ζωής στο λιμάνι.

"Να ξέρεις ο Γκον είναι από τους πιο σκληρούς τύπους στην πόλη, για χρόνια υπηρετούσε στο ναυτικό ως πλωτάρχης μέχρι που κόντεψε να χάσει τη ζωή του σε μία ενέδρα που του έστησαν πειρατές δυτικα του Fishrevo. Εκεί έχασε το αριστερό του πόδι και συνέχισε ο σκύλος να υπηρετεί για άλλα δεκαπέντε χρόνια. Πλεόν τα τελευταία χρόνια υπηρετεί ως έπαρχος λιμανιού και προσπαθεί να κρατά ισορροπίες ανάμεσα σε μας τους λιμανίσιους και τα παιδιά της πρωτεύουσας που έρχονται στο λιμάνι μόνο για βρωμοδουλειές."

Έδιωξε την κακή σκέψη από το κεφάλι τους και συνέχισε τις ιστορίες και τη βόλτα. Λίγη ώρα μετά έφτασαν στην πύλη και στάθηκαν μπροστά στο κτίριο της επαρχείας.

"Έτοιμη; Πάμε να κάνουμε χαμό." Της έκλεισε το μάτι και πετάχτηκε σαν ελατήριο στην ξύλινη σκάλα φροντίζοντας να ανοίξει την πόρτα με στόμφο και να παρουσιάσει τη συνοδό του στους υπαλλήλους της επαρχίας. "Πως είναι το μεγάλο αφεντικό σήμερα;" Ρώτησε εριστικά και έφτασε στην πόρτα του επάρχου.

"Γκον! Καλημέρα! Αέρα στα πανιά μας!"

Άνοιξε την πόρτα και τον βρήκε πίσω από τοβαρύ δρύινο γραφείο του να υπογράφει φακέλους, φορώντας την επίσημη στολή ελέγχου του λιμανιού. Σήκωσε ελαφρά το βλέμμα του μέσα σε αποδοκιμασία και συνέχισε τη δουλειά του.

"Πολλή φασαρία κάνεις μικρέ, το χω πει στον πάτρωνά σου. Πρέπει να μάθεις να κάνεις ησυχία που και που. Μπορεί και να σου σώσει τη ζωή μια μέρα. Λέγε γρήγορα τι θες."

Έκανε ένα βήμα μπροστά, υποκλίθηκε αδέξια και αντέτεινε με σοβαρό ύφος, "Έπαρχε Γκον, η καπετάνισα Σόρμπι Ουλμ από τα νησιά της Ελπίδας και νέα μου συνεργάτιδα, επιθυμεί να αγοράσει το δικαίωμα βάσης στη μαρίνα στον τομέα του Lif. Υποκλίθηκε ξανά και έκανε μεταβολή, αν και δεν την είχε προετοιμάσει για αυτό, έπρεπε η ίδια να κλείσει τη συμφωνία. Καθώς έβγαινε από το δωμάτιο, της έκλεισε το μάτι και της ψιθύρισε "το χεις και μόνη σου". Δεν πρόσεξε αν εξεπλάγη ή όχι, ήταν σίγουρος για την επιτυχία της, βγήκε από το δωμάτιο κάθεσαι σε έναν καναπέ αναμονής και έπιασε κουβέντα με τους υπαλλήλους εκεί. "Για πείτε ρε παιδιά πως πάει, είμαστε ωραία σήμερα;"

Re: Μεταξύ κατεργαρέων (Σόρμπι, Τσέκμειτ)

Posted: Sun 20 Aug, 2023 10:54 pm
by Shorby
Η Σόρμπι πήρε μια μεγάλη αλλά κοφτή ανάσα. Τόση για να γεμίσει πλήρως τα πνευμόνια της, αλλά να μην το ευχαριστηθεί και χαλαρώσει. Ο Τσέκμειτ εξήλθε του δωματίου και εκείνη έσφιξε τις γροθιές της. Ίσως είχε έρθει η ώρα να κυνηγήσει το όνειρο της. Έκανε μια γρήγορη αποτίμηση της σύντομης ως τώρα ζωής της. Μια ξέγνοιαστη, σχεδόν ανέμελη για τα δεδομένα των νήσων της Ελπίδας νεαρή ηλικία και μια ακόμα πιο ξέγνοιαστη εφηβεία. Ο πατέρας της και ο θείος της ούτε την εξέδωσαν, ούτε την πούλησαν. Μάλιστα το χωρίο τους ήταν από τα λίγα «φυσιολογικά» στα νησιά δυτικά της Πρωτεύουσας. Η Σόρμπι αισθάνθηκε πως ήταν σαν να μην υπήρξε ως τώρα. Λες και η ζωή της δεν είχε νόημα. Λες και η προσπάθεια του πατέρα της να μη γίνει πόρνη ή σκλάβα ήταν ανούσια. Συνοφρυώθηκε.
Ας το αλλάξω αυτό επιτέλους, σκέφτηκε και πήρε το σοβαρό μα συνάμα εριστικό της ύφος, ύφος που αρμόζει σε μια μπίζνα της θάλασσας.

Η Σόρμπι έκατσε στην ξύλινη καρέκλα απέναντι από το γραφείο του Γκον. Εκείνος στρογγυλοκαθόταν με ένα σοβαρό ύφος με διαπεραστική ματιά και κάπνιζε ένα τσιμπούκι με κάποιο αρωματικό βοτάνι. Η Σόρμπι βολεύτηκε και αυτή, ακούμπησε την πλάτη της αναπαυτικά πίσω άνοιξε τα πόδια της για άφησε τα χέρια της απαλά πάνω στα μπράτσα της καρέκλας.

«Λοιπόν, θα κόψω το πρώτο σκέλος της συζήτησης γνωριμίας που κάνετε όλοι εσείς συνάμα της Πρωτεύουσας και θα μπω αμέσως στο ψητό. Είμαι η Σόρμπι, στα είπε και ο Τσέκμειτ -ήθελε τόσο πολύ να πει ξωτικολέλεκας μα κρατήθηκε σκληρά- είμαι έμπορος. Όχι μην σηκώνεις το φρύδι. Τα πράγματα είναι απλά» είπε και σηκώθηκε. Άνοιξε το τσεπάκι που είχε ράψει στο ρούχο της εξτρά, στην περιοχή της μέσης της με όλα τα έγγραφα της. Άρχισε να αραδιάζει πάνω στο γραφείο του Λέβα τα επίσημα της χαρτιά. Αν μη τι άλλο, ένα πράγμα που έκανε σωστά η Σόρμπι όλα αυτά τα χρόνια, να βγάζει με όσα λεφτά είχε πιστοποιήσεις, ειδικεύσεις και άδειες σε οτιδήποτε θεωρούσε ότι θα της φαινόταν δυνητικά και μελλοντικά χρήσιμο. Παρόλο την ευρεία γκάμα της, έδειξε μόνο ένα μέρος στον Γκον. Άφησε τα χαρτιά να τα τσεκάρει ο Γκον και συνέχισε.

«Η θάλασσα γενικά είναι επικίνδυνη. Η θάλασσα δε δυτικά και βόρεια της ηπείρου ακόμα περισσότερο. Οι νήσοι της Ελπίδας είναι γεμάτοι με κοραλλιογενείς υφάλους, χαμηλά νερά, βράχια και βραχώδεις περιοχές. Το πλήρωμα μου είμαστε από εκεί. Δεν μπορώ να αποκαλύψω το λημέρι μου, αλλά ξέρω πως αυτή την στιγμή σου χτυπάω την πόρτα με 70 ναύτες, οι περισσότεροι στα 30 τους άρα ξες πως είναι έμπειροι ναύτες με δύναμη και αγάπη για την θάλασσα. Είμαστε έμποροι» είπε και έκλεισε το μάτι «και όπως είδες έχω άδειες για πολλά εμπορεύματα. Τώρα αν θες τον κύριο καδ μου ας πούμε τα εξωτικά φρούτα και λουλούδια, παρόλα αυτά θα δώσω όλες αυτές τις άδειες που σου δείχνω τώρα για καταγραφή καθώς ξέρω πως μόνο χρήσιμες θα φανούν. Ο Τσέκμειτ μου έδειξε την προσφορά, εγώ και το πλήρωμα μου είμαστε μέσα» τελείωσε και σταύρωσε τα χέρια της.
Ο Γκον την κοιτούσε εξεταστικά. Η μικρή ήταν σπίρτο. Όταν ο Τσέκμειτ του εξιστορούταν το πως και το γιατί σίγουρα δεν περίμενε κάποια με αυτά τα…προσόντα. Δεν χασομέρησε.

«300 ασημένια» της είπε λακωνικά.

Η καρδιά της Σόρμπι σφίχτηκε. Αλλά θα τα έπαιζε όλα. Ευτυχώς τα είχε πάρει όλα τα λεφτά της. Δεν μπήκε καν στον κόπο να μετρήσει τα νομίσματα. Δεν ήθελε να φανεί ανήσυχη στον Λέβα μπροστά. Ξέλυσε το πουγκί της και αμέσως το πέταξε στον Λέβα. «300 ασημένια σύνολο»

Ο Γκον σηκώθηκε, πήρε το πουγκί και άρχισε να μετρά ένα ένα, αργά και σταθερά. Η Σόρμπι μάζεψε τα έγγραφα της. Ο Γκον κάθισε βάζοντας το πουγκί στο συρτάρι του. Πήρε τους τρεις πάπυρους με τους όρους του Συμβολαίου. Τους έτεινε στην Σόρμπι να τσεκάρει ξανά τα έγγραφα. Η Σόρμπι τα διάβασε προσεκτικά, ήλεγξε τις σφραγίδες και τις υπογραφές του πρώτου έφορα και του τα έτεινε πίσω. Ο Γκον υπέγραψε σε κάθε συμβόλαιο. Τα έτεινε στην Σόρμπι. Η Σόρμπι υπέγραψε σε κάθε συμβόλαιο. Ένα από αυτά διπλώθηκε και τοποθετήθηκε αμέσως στο τσεπάκι της. Τα άλλα δύο τα δίπλωσε ο Γκον και τα έβαλε σ έναν φάκελο.

«Αυτά μαζί με το δικό σου θα χρειαστεί να τα πάτε στην Εφορία. Θα σε συνοδεύσει ο Τσέκμειτ. Μπορείς να περιμένεις έξω για λίγο;» της έκανε με καλή διαγωγή. «Έπειτα θα ξαναρθείτε εδώ για πιο λεπτομερή συζήτηση» της έκανε. Η Σόρμπι σηκώθηκε. «Φυσικά» του αντιγύρισε και βγήκε έξω. Κανείς δεν έτεινε τα χέρια. Ακόμα η συμφωνία δεν είχε κλείσει.

Ο Τσέκμειτ την κοίταξε απορημένος, «Πολύ γρήγορη, τί έγινε;»
«Σε θέλει ο Γκον» του είπε. Ήταν η σειρά της να πιει μια μπύρα να χαλαρώσει.

Re: Μεταξύ κατεργαρέων (Σόρμπι, Τσέκμειτ)

Posted: Mon 21 Aug, 2023 4:36 pm
by Checkmate
Μπήκε χαμογελαστός και κάθισε αυτάρεσκα απέναντι στον Γκον. Η Σόρμπι είχε κερδίσει το ενδιαφέρον του, αν όχι δεν θα τον καλούσε πίσω. Τίναξε τα ρούχα του για κάτσουν σωστά και βάλθηκε να κοιτάζει τον αλατοπνιγμένο ναυτικό. "Λοιπόν; Πως σου φάνηκε η καινούργια μου συνεργάτιδα;"

Ο Γκον σηκώθηκε στο κανονικό και στο ξύλινο πόδι του και ξεκίνησε να κάνει μικρά βήματα πάνω κάτω, με το ξύλινο πόδι να ηχεί στο πάτωμα σαν μετρονόμος.

"Έχεις κότσια μικρέ, σε θυμάμαι από τότε που σε 'φερε ο Lif μικρό και φρέσκο παιδάκι, φαινόταν η φλόγα στα μάτια σου. Ωραία η καπετάνισα, έχει τσαγανό, αν και δεν θα άντεχε στιγμή στη βαθιά θάλασσα¨. Έκανε μία παύση και κοίταξε αφηρημένα το πόδι που του έλειπε. "Έρχεται από μέρη ναυτικών, από σόγια ναυτικών και φαίνεται να έχει υψηλή ναυτοσύνη μέσα της. Τα χαρτιά της μου κάνουν αν και δεν θα ρωτούσα από που τα πήρε. Θα μου πεις τώρα το σχέδιο η θα παίζουμε τους χαζούς;"

Η παύση που έκανε ήταν αρκετή για να κρυώσει η ατμόσφαιρα και να σοβαρέψει η κουβέντα. Προφανώς και δεν μπορούσε να πει το παραμικρό για το μερκούριο, καθώς θα τον περνούσε απλά για χαζό τυχοδιώκτη, οπότε έστρεψε το ενδιαφέρον της κουβέντας σε όλα τα υπόλοιπα.

"Λοιπόν Γκον, κοίτα, ο Lif μεγαλώνει αν θέλω να συνεχίσω να υπάρχω εδώ θα πρέπει να κάνω κάτι και μόνος μου. Πάντα είχα στο μυαλό μου να ανεξαρτοποιηθώ από την ασφάλει του προστάτη μου για να επιβιώσω. Αυτό δεν σημαίνει πως τον αφήνω, θέλω να του δείξω ότι μπορώ να κάνω πράγματα μόνος μου."

Πήρε μία βαθιά ανάσα προτού προβεί στην μερική αποκάλυψη του σχεδίου του.

"Κοίτα με Γκον, είμαι ο κανένας με καλό πάτρωνα που έχει καλούς φίλους, δεν φτάνει αυτό για πάντα. Η Σόρμπι μου δίνει τη δυνατότητα να κάνω τα εμπορικά ανοίγματα που θέλω, καμία και αυτή θέλει να χτίσει το όνομά της, τα συμφέροντά μας ταιριάζουν. Έχω μιλήσει ήδη με το Λέβα και συμφωνεί, ναι πρέπει να ενδυναμωθούμε απέναντι στους πρωτευουσιάνους. Και ποιος καλύτερος τρόπος; Να στρώσουμε ανεξάρτητη μπίζνα δικιά μας. Η κυράτσα εξυπηρετεί έναν σκοπό για αρχή. Είναι ξένη κανείς δεν θα ασχοληθεί μαζί της, ίσως ότι κοιμάται μαζί μου το χειρότερο. Σιγά με έχουν κράξει για χειρότερα. Λίγο κουτσομπολιό αντέχεται.
Το δρομολόγιο είναι επικίνδυνο, αλλά αν κάτσει ίσως βγούμε όλοι κερδισμένοι. Τα νησιά θα μας σώσουν μιας και τα λιμάνια τα ελέγχει η αριστοκρατεία."

Το αυτάρεσκο χαμόγελο επανήλθε στα χείλη του.

"Όταν ξεμπερδέψω και με τον Λέβα θα επιστρέψω για περισσότερα κουτσομπολιά. Είμαστε εντάξει εδώ;?

Το αυτάρεσκο χαμόγελο του ξωτικού συνάντησε την ικανοποίηση στο βλέμμα του εφόρου.

"Αέρα στα πανιά σου μικρέ, περιμένω νέα σας."

Με μία αφελή υπόκλιση γύρισε να φύγει και βγήκε από το γραφείο, η Σόρμπι προφανώς δεν κάθισε εκεί να περιμένει. Τη βρήκε έξω να χαζεύει την τρελή καθημερινότητα του λιμανιού. Την πλησίασε της χαμογέλασε και της έριξε μία φιλική σπρωξιά στην πλάτη.

"Λοιπόν είσαι έτοιμη για το δεύτερο μέρος της βόλτας; Όλα πήγαν καλά εδώ."

Re: Μεταξύ κατεργαρέων (Σόρμπι, Τσέκμειτ)

Posted: Tue 22 Aug, 2023 9:03 pm
by Shorby
Ομολογουμένως όλα πήγανε καλά, σκέφτηκε και η ίδια, ίσως ιδανικά καλά. Αλλά ας μην έβαζε στο μυαλό συνέχεια το κακό. Είχε κάνει την μισή διαδρομή. Άλλη μια υπογραφή και μια σφραγίδα ακόμα. Αυτό φυσικά θα ήταν λίγο πιο…ιδιαίτερο. Δεν θα έλεγε δύσκολο, μα πιο τυπικό και συνάμα, προδιαγραφών. Όχι ότι θα έλεγε ψέματα, είχε όλα τα πατήματα. Και ήταν νόμιμα. Απλά ανησυχούσε. Ανησυχούσε όταν έπρεπε να συνδιαλλαγεί με κάποιον με πραγματική εξουσία, όσο μικρή κι αν ήταν. Στις Νήσους η πρωτεύουσα ακουγόταν σα κάτι το μακρινό, μα ταυτόχρονα τρομακτικό. Ήταν ο πληθυσμός της, ήταν οι στρατιώτες, ήταν το ίδιο το Συμβούλιο…κανείς δεν ήξερε ακριβώς.

Δεν άργησαν να φτάσουν στο οίκημα της Εφορίας. Αν και ήταν αρκετός ο δρόμος, λόγω του ότι η Άστασκο ήταν λιμάνι, η Εφορία ήταν κοντά στο λιμάνι και στην περιφέρεια της πόλης, λόγω των καραβανιών του χερσαίου εμπορίου. Ήταν ένα ψηλό κτήριο με τέσσερις ορόφους. Όλα τα δωμάτια περιλάμβαναν εφόρους, πολύ γραφειοκρατία και όλος ο χώρος κατακλυζόταν από φωνές. Εκείνοι είχανε δουλειά με τον Έφορο που ήταν υπεύθυνος για το λιμάνι. Γραφείο 18Γ τους είχε πει ο Γκον, τι θα συναντούσαν, χίλιοι θεοί ήξεραν. Στριμώχτηκαν να περάσουν ανάμεσα από κάτι κύριους που φώναζαν για τα καράβια τους και τελικά κατάφεραν να χτυπήσουν την πόρτα και να μπουν ξεφυσώντας στο δωμάτιο.

Υπήρχαν τέσσερα γραφεία παρατεταγμένα το ένα δίπλα στο άλλο, και σε όλα κάθονταν ξωτικά με τα μάτια τους απόλυτα στα γραπτά τους. Στο δωμάτιο επικρατούσε ησυχία, μόνο ο θόρυβος και ο απόηχος από έξω έμπαινε καθώς όλα τα παράθυρα ήταν ανοιχτά. Η Σόρμπι κοίταξε τον Τσέκμειτ. Εκείνος ανασήκωσε τους ώμους.

«Ονοματεπώνυμο και δήλωση επίσκεψης» είπε τελικά ένα από τα ξωτικά.

Η Σόρμπι πλησίασε το γραφείο διστακτική. Το ξωτικό δεν πήρε τα μάτια του από τα χαρτιά. Η Σόρμπι παρατήρησε ότι δίπλα του είχε μια μικρή κλεψύδρα την οποία κάθε τόσο που τελείωνε με ένα χαρτί και το εναπόθετε στην στοίβα στα αριστερά του, ξαναγυρνούσε την κλεψύδρα στην άλλη πλευρά.

«Εμ…Σόρμπι Ουλμ. Αίτηση χορήγησης θέσης στον λιμένα» απάντησε κωδικά.

Το ξωτικό έβγαλε ένα άλλο χαρτί που η Σόρμπι αναγνώρισε ως ένα από τα αντίγραφα που είχε αφήσει στον Γκον. Παράλληλα το ξωτικό έγραφε μια άλλη αναφορά.

«Πράγματι, τα τέλη έχουν πληρωθεί στον Έπαρχο Γκον. 200 ασημένια νομίσματα και υπογραφές από τρεις υπευθύνους»

200????????? Σκέφτηκε η Σόρμπι. Έπρεπε να το περιμένει ότι κάποια θα ήταν τσεπωτά αλλά 100??? Θα το έκανε να αξίζει!
Το ξωτικό ήδη είχε υπογράψει και σφραγίσει και τα δύο αντίτυπα του Γκον και έτεινε το χέρι στην Σόρμπι.

«Άντε δεσποινίς έχουμε δουλειές!! Δώστε μου το αντίγραφό σας»

Η Σόρμπι υπάκουσε σαν υπνωτισμένη. Τα άλλα ξωτικά δεν είχαν καν γυρίσει να ρίξουν μια ματιά. Μέσα σε λίγες στιγμές το ξωτικό της είχε δώσει ήδη το αντίγραφο της. Έβαλα τα δυο άλλα αντίτυπα σε έναν φάκελο, τον οποίο πέταξε μέσα σε ένα μεγάλο καλάθι γεμάτο με φακέλους. Συνέχισε να δουλεύει ατάραχος.

Η Σόρμπι και ο Τσέκμειτ έμειναν εκεί, ακούνητοι. Πέρασαν λίγα λεπτά. Ησυχία, μόνο τα μολύβια και το ελάχιστο χτύπημα κάθε λίγο των κλεψυδρών ακουγόταν. Ακόμα λίγα. Τα ξωτικά έκαναν σαν να μην υπάρχουν εκεί μέσα.

Η Σόρμπι ξερόβηξε «Εμ…Έφορε; Τελειώσαμε;»

«Τελειώσαμε» απάντησε ακαριαία το ξωτικό δίχως εναλλαγή στην δουλειά του.

Η Σόρμπι και ο Τσέκμειτ βγήκαν από το δωμάτιο και κοιταχτήκανε. Τι στο καλο ήταν αυτό;

Re: Μεταξύ κατεργαρέων (Σόρμπι, Τσέκμειτ)

Posted: Thu 24 Aug, 2023 12:58 pm
by Checkmate
"Λοιπόν και τώρα πάμε στο συνδικάτο να τελειώνουμε και με αυτό!"

Της έτεινε το χέρι και ξεκίνησαν να προχωρούν προς τα γραφεία του συνδικάτου των ναυτικών. Κοντά στις ταβέρνες στον κεντρικό τομέα του λιμανιού βρισκόταν ένα άσχημο, ψυχρό κτίριο τριών ορόφων, σύγχρονης αρχιτεκτονικής και χαμηλής αισθητικής. 'Ωχ, ημέρα εκλογών η αυριανή, ποιος μας γλιτώνει' σκέφτηκε καθώς έφταναν και μπορούσαν να ακούσουν την οχλαγωγία. Το συνδικάτο είχε δύο κύριες παρατάξεις και λοιπές πιο μικρές, την παράταξη των ναυτικών της Ashtasco και την παράταξη των εφοπλιστών της Selantia. Ο Λέβα, ο Γκον και ο Lif ήταν μεταξύ των ατόμων που η γνώμη τους μετρούσε και επηρέαζαν καταστάσεις.

Η είσοδος ήταν στολισμένη με πανό και γραφειάκια παρατάξεων και υποψηφιών και πλημυρρισμένη με κόσμο όλων των αποχρώσεων και των φυλών οι οποίοι με την παρουσία τους έδιναν το στίγμα της ημέρας και με την φωνή τους τον τόνο. Καθώς έμπαιναν στο κτίριο ένα νεαρό ξωτικό τους σταμάτησε κρατώντας προκηρύξεις.

"Ελεύθερη ναυτιλία για όλους, κάτω ο έλεγχος του συνδικάτου απο τους ντόπιους και πρωτευουσιάνους ολιγάρχες! Κανείς μόνος! Όλοι ενωμένοι στη θάλασσα! Πάρτε την προκήρυξη του αυτοοργανωμένου κινήματος ανεξάρτητων ναυτικών!

Ο Checkmate χαμογέλασε και πήρε ευγενικά τις προκηρύξεις με σήμα ένα Α και ένα Ν σε κύκλο με μαύρες φλόγες. "Σε λίγα χρόνια όταν μεγαλώσει θα καταλάβει ότι δεν δουλεύει έτσι το πράγμα, ωραίες ιδέες, αλλά άτομα πεθαίνουν για 2% παραπάνω έσοδα ή παρακάτω φόρο, ποιος θα το ελέγξει όλο αυτό;" Σταμάτησε κι κοίταξε τη Σόρμπι, "ναι οκ μη μου δίνεις σημασία, κουβέντα για άλλη στιγμή αυτή."

Φτάσανε στο κεντρικό φουαγιέ όπου ήταν κομμένο στη μέση, το ένα κομμάτι βαμμένο γκριζογάλαζο με μία μεγάλη σημαία ενός πυρσού που το αλυσοδένει μία άγκυρα, σήμα των εφοπλιστών της Selantia και το άλλο μισό βαμμένο θαλασσοπράσινο με έναν ήλιο να ανατέλει από το κύμα ως σήμα των ντόπιων. Σειρές τραπέζια, προκηρύξεις παντού και οι πιο φωνακλάδες μπροστά ενώ οι πιο μουσκουλάτοι χάζευαν πιο πίσω, "ασφάλεια" αν πήγαινε κάτι στραβά. Προσπερνάνε τα τραπέζια, χαιρέτησε τους γνωστούς του, έκανε μία χειρονομία και απέναντι και προχώρησαν στο διάδρομο.

"Πρέπει να έχεις το νου σου, αυτοί εδώ είναι χειρότεροι απο τους πειρατές. ΄Αλλο πράγμα να σε φάνε για λεφτά η διασκέδαση κι άλλο πράγμα για ένα χρώμα η ψήφο. Αλλά που και που πρέπει να παίζουμε αυτό το παιχνίδι μιας και τα δικά του χέρια λερώνονται πιο εύκολα, αν με εννοείς."

Φτάσανε στο κεντρικό γραφείο του συμβουλίου των ναυτικών. Μία τεράστια πολεμική άγκυρα χώριζε δύο πόρτες που οδηγούσαν στο ίδιο δωμάτιο, όλως τυχαίως η κάθεμια βαμμένη στα χρώματα των δύο μεγάλων παρατάξεων. Στα δεξιά του τοίχου υπήρχε βιβλιοθήκε με τζαμαρία με όλες τις συμβάσεις και τις διοικητικές αποφάσεις που έχει κερδίσει το συνδικάτο από το Συμβούλιο σε κορνίζα και απέναντι αναπαυτικοί καναπέδες με ένα χαμηλό τραπεζάκι.

Μπήκαν από τη γκριζογάλαζη πόρτα και περίμεναν όρθιοι. Δυο συστοιχίες γραφείων σε Π τους περικύκλωναν η μία μέσα στην άλλη και η κορυφή του εξωτερικού Π ήταν υπερυψωμένη όπου καθόταν ο γενικός γραμματέας του συνδικάτου. Συνήθως όταν εξέλεγαν πρόεδρο του συνδικάτου από τη μία παράταξη, τιμητικά ο γραμματέας του συνδικάτου ήταν από την απέναντι για λόγους ευταξίας.

Ο γραμματέας ήταν πράσινος αυτή τη χρονιά. Ένας ξερακιανός άνθρωπος με ολοστόγγυλα μικροσκοπικά γυαλιά, ελαφρύ γκρίζο μούζι και έντονη αραίωση στο κούτελο. Αν θυμόταν καλά το όνομά του ήταν Στίκλο, όνομα που συνήθως έδιναν στα ορφανά της επαρχίας Εrume. ¨Mπήκες ΠΑΛΙ από λάθος πόρτα μικρέ," του έκανε δεικτικά. "Εκλογές αύριο, ελπίζω ο πάτρωνάς σου να έχει κάνει το κομμάτι του."

"Μην ανησυχείς," απάντησε, "γι' αυτό είμαστε εδώ και σήμερα, έχουμε νέα είσοδο στα μητρώα μας," και έδειξε χαμογελαστά τη Σόρμπι, "θέλω να μου την προσέξεις ιδιαίτερα γιατί θα μας είναι πολύτιμη στο μέλλον, μην την μπλέξεις με τις αηδίες σας. Από η Σόρμπι, νέα μας συνεργάτιδα, έτοιμη να γραφτεί στα μητρώα μας. Μην την ταλαιπωρίσεις, όλα είναι κανονισμένα," του είπε και του έκλεισε το μάτι.

Ο Στίκλο ξεροκατάπιε, ότι κι αν ήταν η Σόρμπι, δεν έπαυε να είναι, νέα, σφιχτή, δυναμική και αστραφτερή. Κάποιος αναιμικός τεχνοκράτης, όπως η θλιβερή φιγούρα μπροστά του, εύκολα θα σαλιάριζε μένοντας με το στόμα ανοιχτό μπροστά της. Για να τη γλιτώσει από τα σάλια, έμεινε πολύ κοντά της και κοιτούσε διαπεραστικά το λειτουργό που κατάλαβε ότι δεν τον έπαιρνε και πολύ.

Αφού τελείωσαν τα διαδικαστικά και οι υπογραφές, έφυγαν γρήγορα από την ξερή ατμόσφαιρα του γραφείου και γύρισαν στο Φουαγιέ. 'Ω μα τι τύχη' αναθάρρισε, "Σόρμπι, κοίτα μπροστά σου, μόλις έφτασε ο Λέβα και οι σκληροί πράσινοι, οι οποίοι συνόδευαν τον ηγέτη τους, Άντρακ. Πράγματι, όταν τους έβλεπε όλους μαζεμένους, καταλάβαινες ότι αμέσως πίσω τους ερχόταν ο σκληρότερος των πρασίνων και ηγέτης τους. Ένα ξωτικό 75 ετών, με κατάμαυρο μακρύ μαλλί, κυπαρισσί πολεμικό χιτώνα και ένα εξαίσιο κυρτό ξίφος από τους ονομαστούς μεταλλουργούς της επαρχίας Magavda. Ψηλός, με τετράγωνους ώμους, διαπεραστικό κατάμαυρο βλέμμα και βήμα σίγουρο ενός αληθινού ηγέτη.

Χωρίς να την προειδοποιήσει την έσπρωξε πάνω στο Λέβα, του χαμογέλασε και παρέμεινε στη θέση του να παρακολουθήσει το θέαμα.

Re: Μεταξύ κατεργαρέων (Σόρμπι, Τσέκμειτ)

Posted: Thu 21 Sep, 2023 11:21 am
by Shorby
Πολιτική. Η Σόρμπι βαριότανε όλες αυτές τις ατελείωτες συζητήσεις και τις δίχως νόημα αντιρρήσεις. Κι όμως εδώ που έφτασε αναγκαστικά θα έπρεπε να παίξει και αυτό το παιχνίδι. Ο πατέρας της δεν είχε προλάβει να της πει τίποτα από αυτά, έτσι τα περισσότερα τα έμαθε παρατηρώντας τις πόρνες του λιμανιού πως διαχειρίζονται τους άντρες, τις πληρωμές, τις μεταξύ τους ίντριγκες για να αναδειχθούν, την θέση της μεγάλης τσατσάς που έσπρωχνε σε καλύτερα καίκια και ταξίδια έξω από τις νήσους της Ελπίδας συγκεκριμένες γυναίκες. Ήταν σχεδόν το ίδιο πράγμα. Η μητέρα της ήταν εξαιρετική στο να σαγηνεύει όποιον ήθελε. Με τα σχιστά της μάτια, όλο νάζι και λάμψη, με τους απίστευτα λευκούς της ώμους που τους πρόσεχε σα κόρη οφθαλμού, μέσα σε λίγη ώρα, δύο τρεις κινήσεις την έκαναν ακαταμάτηχη απέναντι στον συνομιλητή της. Η Σόρμπι τα επαναλάμβανε μόνη της, μα δεν είχε αυτήν την σπιρτάδα της μάνας της. Δυο τρεις φορές είχε δοκιμάσει σε νεαρούς άντρες και το αποτέλεσμα ήταν να της πιάσουν το μπούτι. Την μάνα της δεν την άγγιζαν. Μόνο όταν έδινε εκείνη το οκ, ήταν σχεδόν μαγικό, σαν να τους υπνώτιζε. Η Σόρμπι όμως δεν το είχε. Έτσι μετά από δυο τρεις σφαλιάρες αποφάσισε ότι δεν ήταν γι αυτήν η καριέρα εκείνη και στράφηκε στην θάλασσα.

Ήταν τόσα πολλά άτομα μέσα στον χώρο που ένιωθε ότι πνιγόταν. Επι το πλείστον άντρες, ελάχιστες γυναίκες. Λογικό. Οι γυναίκες προτιμούσαν τα μπουρδέλα των λιμανιών. Ο Τσεκμειτ την έσπρωξε πάνω στον Λέβα. Η Σόρμπι δεν έχασε καιρό. Χαμογέλασε πλατιά, σχεδόν σαρδόνια και επιδόθηκε στα ίδια γιουχαίσματα των άλλων. Εφόσον ήταν πλέον στην ομάδα, έπρεπε να το δείξει. Τι καλύτερο από την οχλαγωγία των αντρών που με έναν περίεργο τρόπο δένονται μεταξύ τους. Η Σόρμπι επιδόθηκε στις επευφημίες και τα σπρωξίματα χαράς. Ήταν σίγουρη ότι πέσανε δυο τρια χουφτώματα μα έκανε σίγουρα πιο δυνατά χτυπήματα προς τα εκείνους που την αγγίζανε. Σε λίγο μπήκε στον χωρό και ο Τσεκμειτ και ήρθε δίπλα της. Ναι, μάλλον για λίγο καιρό θα έπρεπε να βγει η φόλα οτι κοιμούνται μαζί, αλλιώς θα έπρεπε να δαρτεί με πολύ κόσμο. Κοντοστάθηκε για λίγο, το ξανασκέφτηκε. Δεν την χαλούσε, έτσι θα έκανε όνομα. Αν ξεκινούσε την καριέρα της με το κουτσόμπολιο ότι είναι γκόμενα κάποιου σίγουρα κανείς δεν θα την σεβόταν και θα πίστευαν οτι μπήκε με μέσο στην φάση. Ω ναι, η λύση ήταν αυτή, θα δερνόταν.Περήφανη για την επιλογή της άρχισε να σπρώχνει και να ταρακουνάει και τον Τσέκμειτ.

Re: Μεταξύ κατεργαρέων (Σόρμπι, Τσέκμειτ)

Posted: Tue 26 Sep, 2023 6:53 pm
by Checkmate
Ένας μικρός διάολος είναι αυτή η τύπισσα, σκέφτηκε καθώς άρχισε να παίζει το παιχνίδι του μομπ όπως έλεγε ο Λέβα. Μόμπες είναι όλοι αυτοί, αν τους πετύχεις μόνους τους κατουριούνται πριν προλάβεις να πεις κουβέντα.

Εκεί στην οχλαγωγία και στο χαμό έφαγε κανά δυό ψιλές από την καπετάνισσα αλλά δεν ανταπέδωσε. Προείχε η δουλειά μας. Ξέφυγε από το χαμό και πλησίασε τον Αντράκ τον οποίο χαιρέτησε με βαθιά υπόκλιση σεβασμού και γύρισε στο χαμό.

Έκανε νόημα στη Σόρμπι και έφυγε προς τα έξω για να ξεφύγουν από το χαμό. Έκατσε μία στιγμή να αναλογιστεί τις κινήσει του. Είχαν τελείωσει τις δουλειές τους και τις υποχρεώσεις τους. Η γραφιοκρατεία θα ήθελε μία δύο μέρες για να τρέξει κι αν όχι θα έσπρωχνε ο Λέβα.

Επιστροφή, ξεκούραση, ησυχία, προετοιμασία και σε τρεις μέρες σαλπάρουμε σκέφτηκε και γύρισε προς την πόρτα περιμένοντας.

Σε λίγο έκανε την εμφάνιση της η Σόρμπι και την μέριασε με προσοχή με φάει καμία από τον ενθουσιασμό. "Λοιπόν καπετάνισα σε τρεις μέρες σαλπάρουμε. Τι λες πάμε να πιούμε μία μπύρα πριν ξεκινήσουμε τις προετοιμασίες; Η πρώτη γύρα δικιά μου!"

Re: Μεταξύ κατεργαρέων (Σόρμπι, Τσέκμειτ)

Posted: Thu 28 Sep, 2023 11:55 am
by Shorby
Η Σόρμπι κατάφερε να βγει από τον χαμό και βλαστήμησε. Έφτασε τον Τσέκμειτ.
"Λοιπόν καπετάνισα σε τρεις μέρες σαλπάρουμε. Τι λες πάμε να πιούμε μία μπύρα πριν ξεκινήσουμε τις προετοιμασίες; Η πρώτη γύρα δικιά μου!"
της είπε.

Η Σόρμπθ έγνευσε καταφατικά. "Και δεν πάμε. Νομίζω θα χρειαστώ σίγουρα κάτι χαλαρωτικό! Πολύ γεμάτη μέρα! Εσύ ξες τα μέρη. Εγώ ακολουθώ!" είπε πρόσχαρα και άρχισε να ακολουθεί τον Τσέκμειτ.

Στο μυαλό της άρχισε να κλωθογυρνά τα συμβάντα της ήμέρας. Το πιο σημαντικό ήταν να γυρίσει σήμερα, χμμμ σήμερα θα ήταν η τέταρτη μέρα στο λιμάνι. Έπρεπε να τους ενημερώσει. Σήμερα έπρεπε να μιλήσει με το πλήρωμα της. Οικογενειακά. Την επόμενη θα τους γνώριζε τον Τσέκμειτ. Σφύριξε με την σφυρίχτρα της για τον Τιμ. Δεν είχε ιδέα που βρισκόταν, αλλά ήλπιζε το πουλί να την άκουγε. Ξανά. Και ξανά. Και ξανά. Λίγα τετράγωνα μακριά άκουσε από μακριά το κρώξιμο του Τιμ. Την ενημέρωνε ότι ερχόταν. Ο Τιμ θα αργούσε λίγο. Οι παπαγάλοι του είδους του είχαν πολύ τσιριχτές φωνές, ικανές να ακούγονται απο χιλιόμετρα μακριά. Όντως, ώρα αργότερα ο Τιμ προσγειώθηκε στο χέρι της.

Η Σόρμπι έκανε νόημα στον Τσέκμειτ να περιμένει.
"Γεια σου λελεκα" έκρωξε το πουλί. Και μετά επιδόθηκε να χαριεντίζεται στο πηγούνι της καπετάνισσας του. Η Σόρμπι του έδωσε ένα σπόρι και του έξυσε το κεφαλάκι.

¨Λοιπόν μάγκα μου. Έχεις αποστολή μεγάλη. Θέλω να βρεις και να ενημερώσεις όλη την οικογένεια ότι σήμερα το βράδυ τους θέλω πίσω στην Ωρόρα ΟΠΩΣΔ¨ΗΠΟΤΕ. Πολύ σημαντικό. Για δουλειά πρόκειται. Θα είναι κουραστικό, αλλά θα σου πάρω φρέσκα σύκα"
Ο Τιμ έκρωξε ενθουσιασμένος.
¨Στις διαταγές σας καπετάνισσα¨ έκρωξε και αφού της έκανε ένα φιλάκι ¨σμααακ¨απογειώθηκε.

Η Σόρμπι κοίταξε τον Τσέκμειτ. "Συνεχίζουμε...¨

Re: Μεταξύ κατεργαρέων (Σόρμπι, Τσέκμειτ)

Posted: Fri 29 Sep, 2023 8:24 pm
by Checkmate
Της έκανε ένα νόημα και της έτεινε το χέρι στο βάθος.

"Συνεχίζουμε", της απάντησε απαλά.

Καθώς περνούσαν μέσα από τον κόσμο για μία στιγμή χάθηκε στις σκέψεις του. Στην τρέλα που πάει να κάνει, ακολουθώντας τη δίψα του να φτιάξει επιτέλους το όνομά του και να πάψει να είναι "το ψυχοπαίδι του Lif", ψιθύρισε μαζί με τις σκέψεις του και συνήλθε άμεσα.

Έφτασαν σε ένα διώροφο κτίριο, κατακόκκινο με χρυσές και μαύρες διακοσμητικές λεπτομέρειες στους τοίχους του. Ήταν ένα μεγάλο, ορθογώνιο κτίσμα το οποίο το είχε χτίσει μία ομάδα οικογενειών από τη Hacaun, το νότιο λιμάνι της επαρχίας Erume. Ήταν όλοι τους Χάφλινκς, μικροκαμωμένα πλάσματα, με αστείρευτη ενέργεια, αστείρευτη πηγή φασαρίας και κεφιού και προφανώς οι πιο γλετζέδες από όλες τις φυλές της Amruna.

O Χοροπηδηχτός Φλαφ ήταν το όνομα του μαγαζιού, ίσως το μέρος με τα περισσότερα χαμόγελα στην πόλη. Ο Adelard Lanfranc και ο Waleran Barrowes ήταν οι δύο γενάρχες των οικογενειών που εγκαταστάθηκαν στο λιμάνι δεκαετίες πριν και τα πορτραίτα τους κοσμούν πλέον εκατέρωθεν τις δύο μπάρες του μαγαζιού. Οι δύο οικογένειες ενώθηκαν με απογόνους και παιδιά, έγιναν η γέφυρα να έρθουν και άλλοι χάλφινγκς στην Ashtasco και κλασικά χρωστάνε πολλά στο Lif που τους γλιτώνει από μπελάδες και φροντίζει να τους παρέχει όλα τα καλύμματα για τους μπελάδες που μπλέκουν.

Κάθισαν σε μία παράδοξα ήσυχη γωνία καθότι ήταν νωρίς και οι περισσότεροι τρέχανε για τις εκλογές στο λιμάνι. Με το πέρας της ώρας θα γινόταν το αδιαχώρητο οπότε η επιλογή του εκείνη τη στιγμή ήταν η καλύτερη δυνατή. Αφού ήρθε η πρώτη γύρα μπύρες, κοίταξε με τσακπίνικο βλέμμα τη Σόρμπι.

"Κανονικά θα σε ρωτούσε πόσα αγοράκια έχεις θάψει μέσα στα μπούτια σου αλλά δεν έχω όρεξη για μπούφλες. Παρ' όλο που εσύ δεν έχασες ευκαιρία να πιάσεις τα δικά μου." Γέλασε δυνατά καθώς ένιωθε να ανάβει το ηφαίστειο μπροστά του. "Εντάξει, εντάξει ήρεμα ρωτάω μην αρπάζεσαι. Ξέρεις μετά από τόσα χρόνια στο λιμάνι, η επαφή με ναυτικούς είναι πάντα φαντασμαγορική. Και την έχεις ζήσει στο πετσί σου περισσότερο από μένα. Αλλά υπάρχει κάτι που με τρώει. Κάτι που πάντα θέλω να ρωτήσω τους θαλασσόλυκους αλλά δεν βρίσκω τον κατάλληλο."

Έκανε μία παύση και κατέβασε το ποτήρι γουρλώνοντας τα μάτια του καθώς έλουζε με μπύρα τα σωθικά του. "Μην με παρεξηγείς, δεν έχω όρεξη να με μαζέψουν αλλά με καίει το μυαλό η σκέψη. Οπότε θα σε ρωτήσω."

Την κοίταξε με το σοβαρότερο ύφος που μπορούσε να πάρει εκείνη τη στιγμή, "αλήθεια καθώς σαλπάρεις και βιώνεις τη θάλασσα, αλήθεια πιστεύεις ότι κάποιος κατάφερε να σκοτώσει τη Νέναερ; Και αν ναι ποιος προσέχει τώρα τη θάλασσα; Τι έχεις νιώσει;"

Re: Μεταξύ κατεργαρέων (Σόρμπι, Τσέκμειτ)

Posted: Sat 07 Oct, 2023 6:14 pm
by Shorby
Η Σόρμπι ήταν έτοιμη να του πετάξει την κούπα στο κεφάλι όταν ο Τσεκμειτ έκανε την σοβαρή του ερώτηση. Ξαφνικά ήταν σαν να ηρέμησε ακαριαία. Η πρώτη της αντίδραση ήταν να τον ρωτήσει "Και γιατί εγώ είμαι η κατάλληλη να κάνεις την ερώτηση;"
Μα έπειτα χάθηκε στην επιφάνεια της μπύρας στην κούπα της και το μυαλό της χάθηκε. Χάθηκε στις φουρτούνες, χάθηκε στα παραλίγο ατυχήματα, χάθηκε στα ίδια τα ατυχήματα. Η θάλασσα, τόσο όμορφη, τόσο απέραντη, τόσο ήρεμη, μα τόσο καταστροφική, ήταν τόσο αέναη και χαοτική. Η Σόρμπι χάθηκε στους κόσμους πάνω από τα κύματα της, αλλά και κάτω από αυτά. Ήταν δεινή κολυμβήτρια, κάτοχος ρεκόρ κατάδυσης στα νησιά της Ελπίδας και είχε δει τόσο όμορφα πράγματα όταν βουτούσε.

Ήπιε μια γουλιά. Όταν ξεκίνησε να μιλάει ξανά η φωνή της ήταν τόσο βαθιά, σαν κύματα σε σπηλιά.
"Ξέρεις τα μέρη μου είναι βουτηγμένα μέσα στο χάος της θάλασσας. Τα νησιά Έρος είναι πιο ψηλά, έχουν βουνά, έχουν κάμπο. Εμείς είμαστε σχεδόν μια ξεραίλα γης πεταμένη τυχαία στην θάλασσα. Μόνο το σχήμα των νησιών δίνει προβάδισμα στους εμπόρους σαν κ εμένα. Έχουμε πάρα πολλούς μύθους και θρύλους. Τρεφόμαστε από την αγωνία και την γοητεία που μας ασκεί η θάλασσα. Είναι σαν να είμαστε ρισκαδόροι των ζωών μας. Εξερευνητές μα ταυτόχρονα έρμαια της βαθιάς μας ανάγκης να σαλπάρουμε και να παίξουμε κορώνα γράμματα τους εαυτούς μας. Και πόσο το ευχαριστιόμαστε. Ακόμα κι όταν χάνουμε συντρόφους, υπάρχει μια διαστροφή. Δεν θρηνούμε. Χαιρόμαστε που χαθήκαμε σε αυτό το οποίο μας τυραννά τόσο γλυκά από τη στιγμή που πατάμε το πόδι μας σε αυτήν"

Η Σόρμπι έκανε μια παύση και ήπιε μια γουλιά.

Ο μύθος της περιοχής μας είναι ο εξής. Κάποτε ο Όνταρ πλάγιασε με την Νέναερ. Ήταν τόσο σφοδρός ο πόθος τους, κάθε μέρα ο Όνταρ την κερνούσε χάδια, κάθε μέρα η Νέναερ έπαιζε μαζί του ναζιάρικα με τα κύμματα της να σκάνε στον ουρανό. Ήταν τόσο σφοδρός ο έρωτας που ακόμα και η Άμιλλε χαμογέλασε στην συνεύρεση τους. Από τον πόθο τους η Νέναερ έφερε στο φως των θαλασσών της την θυγατέρα της, την Μόριανα. Η Μοριάνα λέγεται πως είναι θεά σαν τον Όνταρ και την Νέναερ. Η Μοριάνα λέγεται στα μέρη μας πως ένωσε τον Ουρανό και την Θάλασσα. Η δύναμη της είναι δύναμη και των δύο. Πως μαζί με την μητέρα της πήρε την εξουσία των θαλασσών και μαζί με τον πατέρα της την εξουσία του Ουρανού και των Ανέμων. Λέμε πως ακόμα κι αν η Νέναερ ή ο Όνταρ σκοτώθηκαν η Μοριάνα σίγουρα ζει και ψάχνει έναν τρόπο να επαναφέρει τους θεούς. Ξέρεις γιατί; Όταν η Μοριάνα βρίσκεται στην θάλασσα από το μένος της ανακατεύεται το νερό, θηριεύει και κατακρεμνεί όποιον άτυχο είναι κοντά της. Όταν η Μοριάνα αφήνει το υδάτινο βασίλειο της η θάλασσα είναι ήρεμη. Κάποιες φορές συμβαίνουν καταιγίδες. Κάποιες φορές ο ουρανός ανοίγει και η βία της Μοριάνα ξεσπά και στα δυο της βασίλεια. Κλαίει για τους γονείς που έχασε, υπόσχεται εκδίκηση σε αυτούς που πράξανε κακό. Τότε κάθε ανεμοστρόβιλος, κάθε υδροστρόβιλος, κάθε κεραυνός και κακοκαιρία είναι όλη δικά της. Μια θεάς που αναζητά τους δικούς της.

Δεν ξέρω πως κάποιος θα μπορούσε να σκοτώσει τη Νέναερ. Ξέρω όμως ότι η ενέργεια της ζει στην Μοριάνα. Όπως και η ενέργεια του Όνταρ. Και ξέρω ότι κάποια στιγμή θα καταφέρει να επανέλθει η ισορροπία. Κάθε φορά που μπαρκάρουμε έχουμε αποδεχτεί ότι η Μοριάνα μπορεί να μας καλέσει. Κι αν η πρόσκληση δεν μπορεί να αποφευχθεί, καταλήγουμε στο υδάτινο βασίλειο της. Και είμαστε εντάξει με αυτό. Είναι ήσυχα εκεί κάτω» κατέληξε η Σόρμπι και κοίταξε τον Τσέκμειτ. Εδώ και ώρα καθώς μιλούσε είχε σχηματιστεί στα χείλη της ένα αγνό χαμόγελο, σαν να μιλούσε για κάποια αγάπη περασμένη.