(Συνέχεια μεταξύ κατεργαρέων)
"Γη"...
Ήταν το πρώτο πράγμα που σκέφτηκε καθώς ξύπνησε και πάτησε γερά για να σηκωθεί, είχε περάσει τόσες μέρες στο καράβι που το στέρεο ξύπνημα του έκανε εντύπωση. Σηκώθηκε πάτησε γερά τη γη και ξεκίνησε να ντύνεται. Το υπόλοιπο πλήρωμα ακολούθησε μηχανικά την ίδια ρουτίνα και σε λίγη ώρα ήταν όλοι μαζί έξω έτοιμοι για να ξεκινήσει το κύριο μέρος του ταξιδιού. μην αγχωνεσαι. Δεν θα το έκανα, αν δεν ήξερα ότι μπορώ τα λόγια της Σόρμπι και η ασυνήθιστη γλυκύτητα που συνόδευσε αυτές τις λέξεις του έμειναν καρφωμένες μέχρι να φτάσει στην Ωρόρα;
Τι να μας περιμένει άραγε; αναρωτήθηκε καθώς έφτασε στην Ωρόρα. Ο Νειλ ήταν από ώρα στη θέση του και στεκόταν να ρεμβάζει το μεγαλείο της Ωρόρα. Πράγματι, η δουλειά της προηγούμενης μέρας φαινόταν, η Ωρόρα έλαμπε, είχε αδειάσει από περιττό όγκο, καθώς τα πάντα είχα μεταφερθεί στη στεριά, είχε ανέβει το κύτος ψηλότερα και είχε γυαλιστεί σχολαστικά. Σαν να έκανε δίαιτα σκέφτηκε και χαχάνισε μόνος τους, μόνο και μόνο για να φάει άλλη μία φάπα απ' τον Νειλ.
"Το ταξίδι δεν είναι για γελάκια" του είπε με σοβαρό ύφος ο θηριώδης ναύτης. "Τα νησιά Ράουν", συνέχισε, "είναι ίσως το πιο επικίνδυνο μέρος της Amruna, κρύβουν αρχέγονους κινδύνους και όντα τα οποία λίγοι έχουν την τύχη να λένε πως τα είδαν και επέστρεψαν ζωντανοί." Το σοβαρό ύφος του Νειλ έσβησε το χαμόγελο του Τσέκμειτ και ο ναύτης συνέχισε, "τα ντίλια και οι μπίζνες είναι μέρος της δουλειάς, αλλά το να γυρίσουμε πίσω ζωντανοί όλοι είναι σημαντικότερο. πρέπει να είσαι προσεκτικός και να μη θέσεις σε κίνδυνο ούτε τον εαυτό σου ούτε κάποιον άλλον απ΄το πλήρωμα."
"Δηλαδή Νειλ, παίζει να δω τα τέρατε που μου λεγε ιστορίες η γιαγιά μου για να κοιμηθώ; Και πως θα παλέψουμε με κάτι τέτοιο;" Ρώτησε γεμάτος απορία το ξωτικό.
Ο Νειλ χαμογέλασα εριστικά και έκανε προσποίηση να του δώσει κι άλλη μπούφλα, "εμπιστεύσου την καπετάνισσά σου, να σαι πάντα έτοιμος και κράτα το μυαλό σου συγκεντρωμένο εδώ, ααααα ναι να χεις πάντα μαζί σου το όπλο σου. Όλα θα πάνε καλά, κι αν δεν, υπόσχομαι να πω ιστορίες για να σε θυμούνται στα λιμάνια, ακόμα κι αν είσαι μπόμπος που σκουντουφλάει και κάνει φασαρία." Η τελευταία ατάκα συνοδεύτηκε από ένα βαρβάτο γέλιο του ναύτη το οποίο πέρασε και στο ξωτικό.
Αφήνοντας το Νειλ, ανέβηκε στην πανάλαφρη και αστραφτερή Ωρόρα και πήγε να αφήσει τα πράγματά του στο κρεβάτι του. Πήρε στα χέρια του τη Namba, το όπλο του και κάθισε λίγα λεπτά να το μοντάρει. Έτριψε με απαλή σμύριδα της γωνίες και τις λαβές, και λάδωσε το μηχανισμό με το ρουμπίνι που απελευθερώνει την εσωτερική λεπίδα. Πέρασε με τη σμύριδα και τη λαβή της λεπίδας και ανοιγόκλεισε το μικρό κλείστρο που κουμπώνει πάνω στο ρουμπίνι 2-3 φορές.
Αφού άφησε τη Namba στο κρεβάτι του γθύθηκε τη δερμάτινη στολή του, φόρεσε την κοντομάνικη πουκαμίσα και το λινό κοντό κατοφώρι του. Στερέωσα δύο στιλέτα στη ζώνη του εκατέρωθεν έδεσε τις ναυτικές του μπότες και τύλιξε ένα μάυρο πανί σαν μπαντάνα στο κεφάλι του, ίσα ίσα για να ξεπετάγονται οι τούφες απ΄ τα μαλλιά του. Ξαλαφρωμένος και αυτός, βγήκε στο κατάστρωμα και βάλθηκε να κάνει τις τελευταίες εργασίες.
Η νέα μορφή της Ωρόρα θα εξυπηρετούσε τέλεια τις ανάγκες του ταξιδιού. Το Ουν είναι το μικρό νησάκι που λειτουργεί σαν είσοδος στα νησιά Ράουν. Θυμήθηκε τη διδασκαλία της Σόρμπι την πρώτη μέρα που ανέβηκε στην Ωρόρα... "Λοιπόν, μορφονιέ, άκου, τα νησιά είναι έξι. Τα πέντε βρίσκονται σε 5άκτινο κύκλο και είναι τα Ρούμαριν, Αζούρ, Όλπαχ, Ύμπερ και Νεφίλ. Στο κέντρο του κύκλου βρίσκεται το νησί Μουν, η χώρα της Μοράνα σύμφωνα με το θρύλο. Με το που μπει κάποιο πλοίο στον κύκλο θα αντιμετωπίσει, τρομερούς ανέμους, αβαθείς υφάλους, καταιγίδες και κάθε μαύρη ναυτική κατάρα. Ελάχιστοι επισκέπτονται τα νησιά και ακόμη λιγότεροι επιστρέφουν να πουν τι είδαν. Είσαι τυχερός γιατί έχω μεγάλη εμπειρία από τα Ράουν...
Τίναξε το κεφάλι του για να συνέλθει καθώς ανέβαινε στο καράβι η Σόρμπι, κρατούσε ένα μικρό αγαλματίδιο μάλλον δώρο του Νουρ, μάντεψε πως είναι η μορφή της Μοράνα. "Δώρο στη θεά;" Μουρμούρισε πριν του ρθει καινούργια καρπαζιά ουρανοκατέβατη συνοδευόμενη απ΄ τη βαριά προφορά του Νειλ. "μη περιμενεις τετοιες βλακιες. Εμεις ειμαστε η προσφορά. Κ η θεα αποφασιζει αν μας θελει παρεα της ή οχι"...
Γύρισε με ενά ελαφρύ μειδίαμα, "δεν σε πιάνει τίποτα εδώ πάνω έτσι; Που ξέρεις μπορεί να χρειαστεί να σου σώσω σύντομα τη ζωή..."
Ο Νειλ χασκογέλασε "δεν ξέρω αν είναι καλύτερο να με φάνε τα ψάρια η να σου χρωστάω χάρη," ένα βλέμμα της Σόρμπι ήταν αρκετό να πάρει το χαμόγελο από το πρόσωπο του Νειλ. Ανέβηκε στο πηδάλιο και βάλθηκε να φωνάξει στους ναύτες.
"Οι μισοί έμεινα πίσω να φυλάνε τους θυσαυρούς μας, το ότι είστε οι μισοί εδώ πάνω δεν σημαίνει πως η δουλειά θα πέσει στο μισό, ΌΛΟΙ ΣΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΣΑΣ"... ΣΑΛΠΆΡΟΥΜΕ!!!"
Ο Τσέκμειτ υπάκουσε πειθήνια, πήγε κοντά στην πλώρη, ζώστηκε τα σκοινιά του και περίμενε το άνοιγμα των πανιών...
Η Ωρόρα ξεκίνησε απαλά να γλιστά στο νερό και έτσι ξεκίνησε το ταξίδι τους για την Καταιγίδα...